Παρασκευή, Ιουνίου 24, 2022

Θ - έρως

 
Στην αυλή στέκει μια μουριά. Η μουριά δεν είναι δική μας. Η αυλή δεν είναι δική μας. Το σπίτι της αυλής δεν είναι δικό μας. Περαστικοί είμαστε. Ήρθαμε να κάνουμε τη δουλειά μας και να φύγουμε. Θα φύγουμε τώρα. Τώρα, θα φύγουμε. Κοντεύουν οι μέρες, κοντεύουν οι ώρες. Η δουλειά μας έγινε, κι εμείς, περαστικοί ήμασταν, περαστικοί φεύγουμε. Η διαδρομή, μας κάνει περαστικούς. Η διαδρομή.  

Άργησα να σε αγαπήσω. Μέσα στην κτητικότητα του έρωτα χάσαμε χρόνια αγάπης, αγάπη μου. Σε αγαπώ τώρα. Τώρα σε αγαπώ. Σε αγαπώ και δε χρειάζονται λόγια. Σε αγαπώ και δε χρειάζονται λόγοι. Θυμάμαι πόσο έντονα σου ζητούσα μια απάντηση στο γιατί θέλεις να με παντρευτείς, όταν η απάντησή σου ήταν ένα σ' αγαπώ. Η επιμονή μου στο γιατί μ' αγαπάς και η ενόχλησή μου στο δικό σου δε ξέρω. Τότε ήθελα να ξέρω γιατί με παντρεύεσαι, ήθελα να ξέρω γιατί με αγαπάς. Το ότι με παντρεύεσαι γιατί με αγαπάς δε μου έφτανε. Ήθελα και το γιατί με αγαπάς. Τα ήθελα όλα. Μεγαλωμένη μέσα σε μια οικογένεια όπου η αγάπη ήταν και είναι πάντα δοσμένη. Προστατευμένη τόσο που το να μη με αγαπάς απλά δεν είχε σημασία ή δεν θα είχε εάν το αποφάσιζα να μην έχει. Ήμουν ολόκληρη, πλήρης, ήμουν αγαπημένη κόρη, αδερφή, φίλη. Κι ύστερα ήρθες εσύ και τα διέλυσες όλα αυτά, για να τα ξαναστήσουμε αυτή τη φορά μαζί.  

Στην αυλή στέκει μια μουριά. Η μουριά είναι φορτωμένη με μούρα. Τα μούρα πέφτουν στην αυλή. Η αυλή γεμίζει με μούρα. Τα μούρα κολλάνε στα παπούτσια. Τα παπούτσια μπαίνουν μέσα στο σπίτι. Σ΄ ένα σπίτι άδειο από τα χείλη σου, το λαιμό σου, τα μπράτσα σου. Μόνο για λίγο ακόμη γιατί οι ημέρες περνούν και οι ώρες κοντεύουν. 
 
Η γοητεία σε έναν άνδρα κεντρίζει το ενδιαφέρον μιας γυναίκας. Η ευγένεια την ξεσηκώνει και η οξυδέρκεια την καθηλώνει. Από την άλλη, ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα. Ο έρωτας θέλει ανανέωση και η απόσταση τον φουντώνει. Στα ζόρικα πάλι, τη γοητεία τη βράζεις και την ευγένεια την τρως. Το μυαλό μου έχει κάνει επιλεκτικά delete για να μην καταστρέψω το λογισμικό. Ίσως το ίδιο και το δικό σου, πώς αλλιώς; Το να είμαι παντρεμένη μαζί σου, έναν χαρισματικό άνδρα, είναι ζόρικο τις περισσότερες φορές. Η παρατηρητικότητα και η ευστροφία θέλει δυνατό αντίπαλο. Εναλλακτικά, το να είμαι σύμμαχός σου είναι πιο συνετό.

Στην αυλή στέκει μια μουριά. Αν με ρωτούσες, θα την εξαφάνιζα. Την έχω ήδη εξαφανίσει. Στο μυαλό μου, η μουριά δεν υπάρχει. Στο μυαλό μου, οι μύγες δεν πλησιάζουν τα μούρα, τα μούρα δε λεκιάζουν την αυλή και η αυλή δε γεμίζει από κουνούπια. Στο μυαλό μου πλάθω τον κόσμο λογοτεχνικό όπως άλλοτε κι έτσι το στην αυλή στέκει μια μουριά αποκτά μια χροιά ποιητική εφόσον και για όσο το επιθυμώ. Όλα είναι θέμα εγκεφάλου. Κι ο έρωτας δεν είναι άλλο από αυτό, προϊόν του πνεύματος. Κι εσύ, επέλεξες να έρχεσαι σε όλους τους κόσμους που δημιουργώ, τον πλασματικό, το ρεαλιστικό, το ρομαντικό, τον καθημερινό. Έρχεσαι και τον γεμίζεις στιγμές.

Είμαι συλλέκτης στιγμών, μου συστήθηκες χρόνια πριν την ώρα που έβαζες να δούμε στην οθόνη τα Φθηνά Τσιγάρα. Δε σε ήξερα τότε. Ή μάλλον δεν ήξερα την ιστορία πίσω σου. Κάθε άνθρωπος έχει έναν τόπο, μια οικογένεια και μια ιστορία. Έτσι κι εσύ, είχες τη δική σου. Αυτό ήταν και το λάθος μου. Σε παντρεύτηκα δίχως να σε ξέρω. Ήσουν τόσο Αθηναίος, τόσο ευγενής και τόσο γοητευτικός, το μυαλό σου, το πρόσωπό σου, το σώμα σου. Κι εγώ ένα απλό κορίτσι της επαρχίας. Όλα έγιναν μέσα στην ιλιγγιώδη ταχύτητα ενός έρωτα. Σήμερα, χρόνια μετά μου στέλνεις λινκ με το στιγμιότυπο 1:15:20 και μου λες Αυτοί Βαϊτσάκο τώρα έχουν δυο παιδιά και ψάχνουν σπίτι στο Αιγαίο
 
Έρωτας είσαι. Όλη η ζωή είναι μια μικρή συνέχεια μαζί σου. Δε ξέρω που βρήκαμε τη δύναμη και είμαστε ακόμη εδώ με όλα όσα περάσαμε, και δεν ήταν λίγα. Λίγα βήματα όμως από τη μουριά και περνάς τα χέρια σου στα μαλλιά μου. Φέρνεις το πρόσωπό σου κοντά στο δικό μου. Με φιλάς κι εκεί ανάμεσα στην κομμένη σου ανάσα και τα δαγκωμένα χείλη ακούγεται μόλις να λες ψιθυριστά, σχεδόν σα να το φαντάστηκα. Σε θέλω. Σε θέλω. Σ' αγαπώ.   
 
Περαστικοί είμαστε, σε λίγο η μουριά δε θα είναι παρά μόνο μια κουκίδα (και εάν) στη μνήμη του μυαλού μας. Του χρόνου ποιός ξέρει πού, πώς. Κι έτσι όπως έχει μπει το θέρος, ο έρως μου για εσένα είναι πιο καυτός από ποτέ. Τόλμησα να επιτρέψω στον εαυτό μου να αφεθεί στη διαδρομή.
 

Αφιερωμένο στον Ε.
 
Μουσική επιλογή: Minor Project ~ Τόσα καλοκαίρια
 
Μίμής Πλέσσας ~ Τόσα καλοκαίρια
The Light Therapy ~ Τόσα καλοκαίρια

4 σχόλια:

  1. Τίποτε, πραγματικά, δεν είναι δικό μας, μήτε και η ίδια η ζωή μας, μονάχα στιγμές από αυτή.
    Κάθε φορά που προσπαθούμε να την ορίσουμε χάνουμε και κάτι από αυτή.
    Ρωτάμε κάποτε «θυμάσαι τι χρώμα έχουν τα μάτια μου;» κι έχουμε αφήσει πίσω εκείνο το δυνατό ρεύμα του ποταμού που ερχόταν να παρασύρει τη ζωή μας.
    Κι έτσι οι στιγμές λιγοστεύουν.
    Κι οι μουριές…
    Δέντρο του τόπου οι μουριές, ότι άφησε πίσω της η σηροτροφία που κάποτε άνθησε εκεί.
    Και γέννησε χιλιόμετρα μεταξιού, να ντύσει τις πιο όμορφες στιγμές των ανθρώπων.
    Στιγμές κι αυτές, από όνειρα, από ταξίδια, από παιχνίδια.
    Δυσκολεύεσαι να τα χωρέσεις όλα σε μια ζωή.
    Μα τα χωράς.
    Κι απ’ όλα αυτά, από τις στιγμές που αφήνουν πίσω τους απομένει η αγάπη.
    Είναι εκείνη που δίνει τη δύναμη και προχωρούμε.
    Οι έρωτες μας δίνουν την ορμή του ξεκινήματος, «ξεφτίζουν» όμως με τον καιρό, μεταμορφώνονται…

    Περαστικοί είμαστε, κι αν τύχει κι ο άνεμος περάσει απ’ την ψυχή μας μέσα, θ’ απλώσει λίγο απ’ τ’ άρωμα μας τριγύρω, απ’ τα λόγια μας κάτι περισσότερο κ’ ίσως κάτι βλαστίσει…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ήχος Πλάγιος. Μόνος...

    πάντοτε βλασταίνει όταν ο λόγος είναι ευγενικός. Αποτυπώνεται έτσι αναπόφευκτα και το άρωμα. Δεν είναι τυχαίο που φορές συνδυάζεις τόπους (που η ξεχασιάρα μνήμη τους μετατρέπει σε μαγικούς) με ανθρώπους ιδιαίτερους (που αυτή η ιδιαιτερότητα σου αποκαλύπτεται παρά μόνο με το πέρασμα του χρόνου) με αυτό το άρωμα και όχι κάποιο άλλο και τούτη η μυρωδιά, η τόσο οικεία δική τους δε θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο παρά μόνο αυτοί, τόποι και άνθρωποι.

    Εάν τύχει κάποτε και ξαναδονηθείς κι ας είναι ο τρόπος διαφορετικός, κι ας είναι ο τόπος ξενικός ή το άρωμα με άλλες νότες κορυφής, μεσαίες ή βάσης, αυτοί οι άνθρωποι που κάποτε αγάπησες αποζητάς να ζεστάνουν τα χέρια σου μια κρύα ημέρα.

    Ίσως, πάλι, κάποτε το καταφέρεις. Εάν επιδιώξεις να βρεθείς ξανά σε εκείνον τον τόπο και ξαναμυρίσεις με κάποιον τρόπο εκείνη τη μυρωδιά, ίσως μπορέσεις να ξεγελάσεις το νου, το σώμα ως ύλη και τη λογική, και πιστέψεις έστω για λίγο πως είναι δίπλα σου, σχεδόν μπορείς να τους αγγίξεις. Είσαι εκεί τώρα και τους μυρίζεις.

    Ναι. Σχεδόν μπορείς να τους ξαναγγίξεις. Σχεδόν. Κάπως. Ένα τι. Για αυτό το στιγμιαία λίγο.

    Πάντοτε χαίρομαι να σε διαβάζω Ήχε και το ξέρεις. Να είσαι καλά επιθυμώ. Καλό (γενέθλιο αν θυμάμαι καλά) φθινόπωρο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

  3. Αχ Καναρίνι μου,

    «παλιέ μου φίλε τι γυρεύεις» λέει ο στίχος του Σεφέρη κι επέστρεψα σε τόπους που έζησα κάποτε γυρεύοντας εκείνο το άρωμα να μυρίσω, τον ήχο ν’ ακούσω τον γνώριμο άλλη μια φορά, μα οι άνθρωποι είχαν πιά μακρύνει στον δικό τους δρόμο, στις δικές τους ανάγκες, μακριά από εκείνα που ένωναν την καθημερινότητα μας…
    Μένουν στη ψυχή τα πρόσωπα, τα δάκρυα, οι ήχοι και τ’ αρώματα.
    Εκεί μπορούμε να επιστρέφουμε, να συναντούμε όσα αγαπήσαμε κάποτε.
    Όλα τα υπόλοιπα, εκείνα που ζούμε, πρέπει καθημερινά να τα βάζουμε σε νέες βάσεις, ένα βήμα μπροστά να τα πηγαίνουμε, να τα εξελίσσουμε, αν δεν το κάνουμε, δυστυχώς, θα γίνουν κι εκείνα παρελθόν, θα έχουμε χάσει τη συνέχεια τους, θα πάρουν κι εκείνα να μοιάζουν με σκίες στο σκοτάδι…

    Κοίταξε το φεγγάρι πως λάμπει…
    Έχει ακόμη τον άνεμο τον πρώτο του καλοκαιριού στα στήθη , σαν κάποιο παιδί να ξέχασε μια μισοφαγωμένη φέτα καρπουζιού επάνω στο τραπέζι, και πλημύρισε το σπίτι με τ’ άρωμα του…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ήχος Πλάγιος. Μόνος...

    ναι, πράγματι, έτσι είναι. Ναι και για το φεγγάρι που λάμπει πάντοτε σαν μπορείς να σηκώσεις το κεφάλι ψηλά. Σε ευχαριστώ "παλιέ μου φίλε", καλό βράδυ, να ξημερώνεις όμορφα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Κάθε που στάζει ροδόνερο ανθίζει το γιασεμί μου...