Δευτέρα, Μαΐου 10, 2010

Καναρινιά μου…

-Θα μας έρθεις;
-Έτσι λέω.
-Περίμενε που σε θέλει κι ο πατέρας σου.
-Ναι.


-Καναρ ι…νιά μου!
Στο χέρι τα κλειδιά του πατρικού. Η πόρτα ανοίγει. «Μυρίζει μανούλα…» φώναζε το πιτσιρικάκι ξετρελαμένο. Ήταν από τις λίγες φορές, που σαν γύριζε από το σχολείο, θα έβρισκε τέτοια ώρα την μάνα στο σπίτι. Κι η μάνα, στο άκουσμα αυτό, φανερωνόταν. Τι αγκαλιά κι αυτή. Η μάνα, πέρα από μάνα, έχει και κάτι άλλο ξεχωριστό. Την μυρωδιά.
Στη βεράντα μας κρέμεται μια φραουλιά. Λιώνει το κόκκινο στη γλώσσα. Μμμ… γεύση του δάσους. Όπως τότε στις εκδρομές μας. Να και τα δύο βαρέλια. Το γιασεμί σκαρφαλώνει στην πέργκολα. Η μανταρινιά παρέμεινε κοντούλα. Στο πεζούλι του τζακιού, μυρωδάτα τριαντάφυλλα που δροσίζονται. Κίτρινα και κόκκινα.
-Ωωω… τι όμορφα είναι αυτά.
-Μου τα έφερε ο πατέρας σου.

Τριανταφυλλένιε μου
 

Στο χωριό, ο παππούς καθαρίζει το αμπέλι. «Να πάρει αέρα» λέει και τον παρατηρώ. Αμπελο-φυλλο-σοφώ μαζί του. «Τα ενδιάμεσα του κορμού πρέπει να κοπούν», έτσι μαθαίνω. Έφτιαξε και μια κατασκευή από καλάμια για τα αγγούρια. Η γιαγιά, ακόμη και σήμερα «κοτούλα μου» με φωνάζει. Χαμογελώ. «Η μαμά σου είναι αστέρι» απευθύνεται σε μένα, κι ύστερα «αστέρι μου…» της λέει, κι εκεί σκιρτά η καρδιά μου. 

υ.γ.1 Με μια φράουλα, με δυο κουβέντες και με τρεις ανάσες άρωμα, είμαι χαρούμενη. Απλό είναι!
υ.γ.2 Καλά δεν τα λέει ο παππούς; Τα ενδιάμεσα του κορμού πρέπει να κοπούν. Βάζω το χέρι στο στομάχι, ξεσφίγγω τα άγχη, τις έγνοιες και τους πόνους. Να πάρει αέρα.
υ.γ.3 Να μου φυλάξεις τα βαρέλια. Να μεστώσω.

υ.γ.4 Συντροφιά μου στην σκέψη είχα την Marilise, της είχα τάξει το επόμενο ταξίδι.


Μουσική επιλογή: Μάνος Λοΐζος ~ Δειλινό