Παρασκευή, Δεκεμβρίου 20, 2019

Χριστουγεννιάτικες Ιστορίες


νο.1 

Ο Αντωνάκης που τσακίστηκε από την καρυδιά κι έμεινε παράλυτος. Ο Αντωνάκης. Που αν τη ρωτούσες να σου πει πέντε ονόματα ανθρώπων αεικίνητων, ο Αντωνάκης ήταν ένας από αυτούς. Τα καλύτερα τραπέζια, τα καλύτερα φαγητά, από τα χέρια του Αντωνάκη. Τον θυμόταν πάντα με την ολοστρόγγυλη κοιλίτσα του, το περιποιημένο του μουστάκι και τα κοντοψαλιδισμένα γένια του. Και τα πειράγματά του είχαν πάντα παραλήπτη τη γυναίκα του την Παρθένα. Τη γυναίκα του την πόντια, που μπορεί να την πείραζε αλλά την αγαπούσε. Τι κάνουν ο Αντώνης και η Παρθένα, ρώτησε τους γονείς της ένα Κυριακάτικο απομεσήμερο και το καλά που ήρθε ως απάντηση δε σχημάτισε καμία εικόνα της νέας τους πραγματικότητας στο μυαλό της.

νο.2

Η γειτόνισσα. Κάθε χρόνο έκοβε αγκάθινα στεφάνια τα οποία έφερνε από το χωριό της. Δεν την είχε ρωτήσει τότε -την πρώτη φορά, ποιο ήταν αυτό το χωριό και τρία χρόνια μετά θα ήταν παράταιρο να ρωτήσει. Τα έδινε σε όλες τις γειτόνισες του ορόφου αυτήν την εποχή και όλες τους το κρεμούσαν στο φωτιστικό επάνω από την πόρτα τους. Αυτό το κοινό θέαμα στο διάδρομο, αυτή η κοινή αποδοχή ενός δώρου που σε ταλαιπωρούσε για να το στήσεις, τις ένωνε με έναν τρόπο ανθρώπινο, τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Τις άρεσε αυτή η εθιμοτυπία στην οποία είχε γίνει κι εκείνη κομμάτι της. Φέτος ανυπομονούσε να το στολίσει. Το βρήκε ένα βράδυ γυρνώντας από τη δουλειά μπροστά στην πόρτα του σπιτιού της. Τα μήλα των δαχτύλων της θα πονούσαν ώρες μετά. Κόκκινα τα στολίδια ολωνών τους φέτος. Απομένει η Κασσιανή να κάνει τη διαφορά είπε το ίδιο βράδυ την ώρα που ξάπλωνε δίπλα του στο κρεβάτι. Η Κασσιανή δε θα στολίσει φέτος της είπε και τότε θυμήθηκε το πένθος.

νο.3

Ήθελε να φτιάξει μια γιρλάντα με ποπ κορν και θα το έκανε. Ήταν πολύ απλό, το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα μπολ με ποπ κορν, βελόνα και κλωστή. Μια οικογενειακή παράδοση που είχε περάσει από γενιά σε γενιά στο Ηνωμένο Βασίλειο και που ήθελε να την ενσωματώσει και στη δική της οικογένεια. Ο μικρός θα το χαιρόταν πολύ. Ίσως να έβρισκε και καμία χοντρή σακοράφα να δοκιμάσει κι εκείνος. Είχε αγοράσει την κοπέλα με το καναρινί φόρεμα, δηλαδή μια κόπια από τα Όνειρα του Vittorio Matteo Corcos και ύστερα από πολύ καιρό, χρόνια, σκεφτόταν τώρα, παρά κάτι Χριστούγεννα καιρός, να τη βγάλει από το χάρτινο πακετάρισμα και να βρει τη θέση της σε κάποιο όμορφο κάδρο κάπου μέσα στο σπίτι. Έτσι σκεφτόταν και πάνω της θα περνούσε την ποπκορνένια γιρλάντα.


υ.γ. Καλά κι ευλογημένα Χριστούγεννα στα σπιτικά σας. Με αγάπη και υγεία.



Μουσική επιλογή: Lola Marsh ~ You're mine

Δευτέρα, Οκτωβρίου 14, 2019

Και γιατί να πάει;

Το ανέβαλε συνεχώς, αυτή ήταν η μόνη αλήθεια. Δεν υπήρχαν δεύτερες ή τρίτες σκέψεις. Το ανέβαλε αρχικώς, μέχρι εκείνη την ώρα του εσπερινού, λίγο πριν το πορτοκαλί λαμπάκι του βραστήρα πάψει να είναι φωτεινό και ο ατμός του βραστού νερού γεμίσει με υδρατμούς το πλακάκι της κουζίνας. Τη στιγμή που συνειδητοποίησε πως κάποια στιγμή θα το ανέβαλε και οριστικώς με την τροπή που έπαιρνε η ζωή της μέρα με την ημέρα, εβδομάδα την εβδομάδα, μήνα το μήνα, χρόνο το χρόνο. Και τότε την κατέκλυσαν όλες οι δευτερότριτες σκέψεις με την ίδια ορμή που χυνόταν το καυτό νερό μες την πορσελάνινη κούπα της, εκείνη την κούπα με τις χρυσές λεπτομέρειες, τα λιλά και μωβ πουλιά, τα κυπαρισσί ράμφη και τα φούξια μεγεθυμένα πέταλα λουλουδιών, εκείνη την κούπα που της είχε απαγορεύσει να πλένεται στο πλυντήριο πιάτων γιατί θα χαλούσε και αναγκαζόταν να την πλένει ξέχωρα με το σφουγγαράκι από τη μαλακή του πλευρά. 

Αρχικά δεν ήξερε με ποιο μέσο ήθελε να ταξιδέψει. Δεν ήθελε να οδηγήσει. Θα έπρεπε να είναι συγκεντρωμένη στη διαδρομή κι έπειτα, όταν θα έφτανε στον προορισμό της, δε θα ήταν διανοητικά έτοιμη. Όχι, όχι, το αυτοκίνητο δεν υπήρχε καν ως σκέψη. Έπειτα, ήταν και το άλλο. Τι θα φορούσε; Είχαν περάσει τόσα χρόνια. Μια δεκαετία είχε προστεθεί επάνω της σκεφτόταν την ώρα που πρόσθετε τα κίτρινα κεφαλάκια χαμομηλιού. Παρακολούθησε τη σύντομη διαδρομή τους μέχρι τον πάτο της κούπας. 'Ανοιξε το ντουλάπι, να του πω να πάρει και μέλι, σκέφτηκε την ώρα που άπλωνε το χέρι της και έπιανε το σχεδόν τελειωμένο βαζάκι. 
-Χρειαζόμαστε κάτι άλλο; φάνηκε μονάχα το πρόσωπό του από τη μισοανοιχτή πόρτα της κουζίνας.
-Μέλι, απάντησε και του άφησε ένα υγρό φιλί στο στόμα.
 
















Στο κάτω-κάτω, δεν ήταν υποχρεωμένη να κάνει αυτό το ταξίδι. Κανείς δεν την εμπόδιζε αλλά και δεν την υποχρέωνε. Γιατί, τότε, αυτό το αίσθημα της πολυκαιρισμένης αναβολής; Με το σουρωτήρι αφαίρεσε κάθε ίχνος υπολείμματος από το βότανο. Στο δοχείο της ψυχής και του σώματος, άραγε, με τι είδους σουρωτήρι να αποσπούσε κανείς τα εξωτερικά στοιχεία στα οποία κάποτε τους είχε επιτραπεί η είσοδος και τώρα ήταν πιο ξενικά από ποτέ; Σε ποιον να εμπιστευόταν αυτές τις σκέψεις χωρίς να την περάσουν για ευαίσθητη ή ρομαντική; Όχι, το δίχως άλλο δεν ήταν τίποτε από τα δύο, ούτε ευαίσθητη, ούτε ρομαντική. Θα ήταν αισχρό να οικειοποιούνταν κάτι που δεν της ανήκε. Κυνική. Κυνική επανέλαβε αυτή τη φορά εξωτερικά. Πρόσθεσε το κουταλάκι με το μέλι και ανακάτευε ώσπου να προκαλέσει μια μικρή παλιρροιακή δίνη μες το αγαπημένο της ποτήρι. Το αφέψημό της είχε αποκτήσει εκείνο το όμορφο κεχριμπαρένιο χρώμα από το συνδιασμό του μελιού με το χαμομήλι, παρότι τίποτε από τα δύο δεν ήταν πλέον εμφανές. Αυτό ήταν. Τίποτε δεν είχε αφαιρεθεί κι εάν είχε αφαιρεθεί με κάποιον ορισμένο τρόπο, ωστόσο, είχε προλάβει να αποσταχθεί κι ας είχε αφαιρεθεί το υλικό του.


Και γιατί να πάει;  
Ήταν πιο όμορφη από ποτέ.
Αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που...
Τη λάτρευε.


Μουσική επιλογή: Rene Aubry ~ Happy Voices, La Grande Cascade

 

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 21, 2019

Θα είσαι πάντα σε 'μένα

Αν είχα παράπονο θα ήμουν αχάριστη. Εξόν από δύο πράγματα, ο Θεός, η ζωή, μου έδωσε όλα όσα πόθησα. Πώς να μην είμαι ευτυχισμένη; Τον τελευταίο καιρό μία σκέψη γράφει στο μυαλό μου και ζητά μερίδιο αυτοκυριαρχίας.

Δε ξεχνώ, ποτέ δε ξεχνώ. Όλα και όλους όσους έζησα είναι μέσα μου. Πάντοτε ένιωθα λίγο αταίριαστη μέσα σε μια σαχλοκοινωνία ίσως, γιατί, ποτέ δε μου φάνηκε αστεία μια εικόνα όπου θα φωτογραφιζόμουν βγάζοντάς σου τη γλώσσα έξω φερ' ειπείν. Κι όταν μένεις έξω από ένα φωτογραφικό κλικ αυτομάτως μένεις εκτός κι από άλλα πράγματα. Κι αν με ρωτήσεις "είναι αυτό κάτι που σε στενοχωρεί;" θα σου απαντήσω ειλικρινά πως διόλου, αλλά να, δε σου κρύβω πως με κάνει να προβληματίζομαι αν και πώς αυτή η σκέψη μπορεί κατάλληλα να στεριωθεί.

Θα είσαι πάντα μέσα μου, θα είσαι πάντα σε 'μένα.
Σ' αγαπώ και τότε και τώρα και πάντα.


Μουσική επιλογή: Βασίλης Λέκκας ~ Έλα σε μένα

Δευτέρα, Ιουλίου 08, 2019

Το δικό μου καλοκαίρι

Μια αποβολή είναι μια γέννα. Δίχως το πολύτιμο. Και μόνον αυτό, εκτός όλων των άλλων, την καθιστά επώδυνη.

"Αν πρέπει να έχουμε ζήσει μια κατάσταση για να δικαιούμαστε να τη σχολιάζουμε, καληνύχτα! Θα είμαστε όλοι στη μούγγα" λέει η Ελέν στο σολίστα του  Jean-Francois Dauven.

-Καληνύχτα! Και η μούγγα ορισμένες φορές είναι η βέλτιστη επιλογή.


Σε μια επαρχιακή πόλη μια συμπτωματική συνάντηση αρχικά είναι πολύ πιθανή και αφετέρου εναπόκειται στο φάσμα των αποχρώσεων μιας ευχάριστης, δυσάρεστης έως ειλικρινούς καρδιακής επικοινωνίας. Σήμερα στο εκλογικό κέντρο με τη θεία του Η. ήταν αυτό το τελευταίο. 

-Ο γιος σου είναι αυτός; και τράβηξε το βλέμμα της παραπέρα ως τον πολύτιμό μου.
Απάντησα μονολεκτικά βαστάζοντας όλη τη γλυκάδα μου στο ναι.
-Κι ο άντρας σου;
Το χαμόγελό μου ήρθε ως επιβεβαίωση. 

Με αγκάλιασε και με φίλησε με τον ίδιο τρόπο όπως παλιά. Στα μάτια της μπορούσα να διακρίνω ένα φωτογραφικό φιλμ. Εάν ζούσε σήμερα πολύ πιθανόν να ήταν και ο ίδιος πατέρας, ίσως αυτή η ανείπωτη σκέψη έκανε και τις δυο μας αποδέκτες του ίδιου συναισθήματος.

Μουσική επιλογή: Κωστής Μαραβέγιας ~ Φάρος


-Θα μεγαλώσει κι άλλο η οικογένειά μας είχε ακουστεί η φωνή του από το διπλανό δωμάτιο. Για μέρες φανταζόμουν την έκφραση του προσώπου του από τη χροιά της φωνής του. 

Θέλω να ανέβω στο ξύλινο βάθρο και με το πέταγμα του πουλιού να ακουστεί το "σπλατς" μου. Το δικό μου καλοκαίρι τώρα αρχίζει. Και θα είναι πορτοκαλοκόκκινο. Έτσι, μου αρέσει.

Τετάρτη, Μαΐου 22, 2019

Θεσσαλονίκη

Οι πόροι της ανοιχτοί ταξιδεύοντας οδικώς πίσω σε μια πόλη, γυρίζοντας πίσω το χρόνο μια δεκαετία. Καθώς καταβροχθίζουν την άσφαλτο, δεν έχει ιδέα τι σκέφτεται ο αρσενικός του νους. Το ίδιο κι εκείνος. Δεν έχει ιδέα τι περνάει από το γυναικείο της μυαλό, κι ωστόσο, κανείς δε φαίνεται πρόθυμος να θέλει να μάθει. Πού να σκαλίζεις τώρα Βαρδάρηδες; Οι δυο τους, εκείνος και εκείνη. Ο γιος τους πίσω, στην επαρχιακή πόλη που αφήνουν πίσω τους. Δίχως το παιδί γίνεται πάλι το μικρό της όνομα, ξεκουμπώνει η "μαμά" από επάνω της. Γίνεται εκείνη η χοάνη που δέχεται τον κόσμο του όπως είναι, αναντίρρητα, και συγχωνεύει τα καλά του με τα καλούτσικα. Εκείνος μηδενίζει το κοντέρ, εκείνη μηδενίζει το μυαλό της, είναι έτοιμη να τον ερωτευθεί σε μια πόλη που αυτός δεν υπάρχει σχεδόν πουθενά ως ανάμνηση παρά μόνο σε ένα ξενοδοχείο μιας βραδιάς δίχως έρωτα. 

Και είναι άνοιξη, το 'παμε αυτό, κι εκείνος η νιφάδα, κι αυτό το είπαμε. Εκείνη το φθινοπωρινό κορίτσι που θα μουσκέψει με την ύπαρξή του. Ψέματα, δεν είναι το κορίτσι. Η γυναίκα είναι, αυτήν που ανακαλύπτει κάθε τόσο άλλη μία φεγγαρένια τρίχα στα καφεδένια της μαλλιά, και το γεγονός αυτό και μόνο, φτάνει.

-Έχεις το σώμα μπαλαρίνας. 
Το γουστάρει με χίλια αυτό το σώμα, αυτό το ξέρει καλά.
-Κι αλήθεια γιατί δεν έγινες μία; ρωτά κι ύστερα αγγίζει με τα δάχτυλά του τους τένοντες του λαιμού της ώσπου να τα κατεβάσει μέχρι την κοιλιά της. Και ήταν μεσημέρι. 
  

 Μουσική Επιλογή: Μαρίνα Σάττι ~ Νιφάδα
 

υ.γ. Η μουσική φέρνει κάτι από χειμώνα -η νιφάδα εκείνος, υγραίνει το κορμί της, η εικόνα εκείνη, μια δόση από φθινόπωρο και απόψε νυχτώνει η άνοιξη και ξημερώνει καλοκαίρι. 

Δευτέρα, Απριλίου 22, 2019

Όταν ξεκουράζει το κεφάλι της στον ώμο σου


Όταν μία γυναίκα ξεκουράζει το κεφάλι της στον ώμο σου δε ζητά να στηριχθεί επάνω σου. Δε ζητά την επιβεβαίωση ή την αποδοχή σου. Τίποτα δε σου ζητά. Παρά μονάχα σου δίνει. Όταν κάτι σου δίνεται, ασφαλώς, δε σημαίνει πως αυτομάτως υποχρεώνεσαι να το κρατήσεις, εάν δε σου κάνει. Κανένας κόσμος δε γκρεμίζεται χωρίς εσένα, κατάλαβέ το, και κάνε τη ζωή της λίγο πιο εύκολη.





Μουσική επιλογή: Μόνικα ~ Στάλα

Κυριακή, Απριλίου 21, 2019

φθηνές απομιμήσεις


Τον τσάκωσε με τα δυο της δάχτυλα -τον αντίχειρα και το δείκτη, τινάζοντας το μικρό δακτυλάκι στον αέρα- σαν να 'τανε χρησιμοποιημένο χαρτομάντηλο που το ακουμπάς λίγο πιο πέρα, μην τυχόν και λερωθείς. Και τον ξέχασε, για χρόνια, αφού προηγουμένως τον κατηγόρησε. Τον κατηγόρησε όχι για εσχάτη προδωσία. Αλλά. Για υποταγή στην επιταγή της ανάγκης για το παραπλήσιο. Κάπου τον είχε πάρει το μάτι της με εκείνο το κοριτσάκι με το οποίο είχε αρχίσει να απασχολεί το μυαλό του, με τον ίδιο τρόπο που κάνουν οι πάσχοντες τις ασκήσεις τους για το αλτσχάιμερ, όχι τίποτε άλλο, να κρατούν το νου εν δυνάμει υγιή, κάπως έτσι...

Και η ίδια έβρισκε πως της έφερνε, άλλωστε, αυτό δεν ήταν και το ζητούμενο για εκείνον; Ένα κοριτσάκι που να της μοιάζει. Να του προκαλέσει εκείνο το ενδιαφέρον για να θελήσει να ασχοληθεί μαζί της. Να βγάλει επάνω της την ευγένεια της ανδρικής του φύσης για να αποσπάσει την προσοσχή της, κι ύστερα, ύστερα να εκτονώσει όλη του την ορμή. 

Φθηνές απομιμήσεις. Ψάχνοντας να αναβιώσεις αυτό που κάποτε  έζησες, με άλλα χέρια, διαφορετικά δάχτυλα, άγνωστες αναπνοές, ξενικά σώματα, ξενικά ονόματα, ψαχουλεύοντας το ανοίκειο για να βρεις το οικείο, που όμως δε θα βρεις, αλλά ακόμη δε ξέρεις γιατί δεν τέλειωσες να ψάχνεις.  

Τον θυμήθηκε ύστερα από χρόνια όταν συνειδητοποίησε πως εκείνη πρώτη είχε διαπράξει το έγκλημα. Είχε τον άλλον για εκείνον δίχως το κουφάρι του. Τον θυμήθηκε και τον συγχώρησε. Τον προτιμούσε έτσι. Αιώνιο εραστή της μνήμης.


Μουσική επιλογή: Παναγιώτης Καλαντζόπουλος ~ Για όλους εσάς που απόψε κοιμάστε


Παναγιώτης Καλαντζόπουλος ~ Esther

Τρίτη, Απριλίου 09, 2019

Κι όμως, αυτό το τραγούδι είναι για εσένα

Μητέρα | Φίλη | Σύζυγος | Ερωμένη | Συνάδελφος | Μαθήτρια | Σύντροφος | Μητέρα.

Είναι μόλις μερικά από τα ουσιαστικά που μου έρχονται στο νου όταν σκέφτομαι τη γυναίκα μέσα στον μόλις πρώτο μικρό της κύκλο, αυτόν της οικογένειας. Με πρώτη και τελευταία τη λέξη μητέρα.

Έχεις μπλοκάρει τη γραφή μου, θες από έλλειψη χρόνου, θες από κούραση, θες γιατί σε αυτές τις σελίδες διστάζω από φόβο να σε ακουμπήσω μήπως τυχόν και βεβηλώσω την υφή σου. Όμως, γιε μου, αυτό το Σ' αγαπώ είναι ολοδικό σου. Καταδικό σου. Σε αγαπώ, ψυχάδι της ψυχής μου. Και η μουσική ξεχύνεται από τα ηχεία και αυτό το συναίσθημα, το καταλυτικό αυτό συναίσθημα, ανοίγει το θώρακά μου και νομίζω πως για πρώτη φορά αναπνέω σε αυτόν τον κόσμο με τον τρόπο που θα έπρεπε. Με έναν τρόπο που δεν μας έμαθαν ποτέ και ούτε και πρόκειται. Γιατί δε διδάσκεται, μονάχα σαν έρθει η ώρα, αν το φέρει η τύχη και η  ζωή, λες "α, έτσι είναι...". Δεν υπάρχουν εκεί μεγάλες λέξεις, επιβλητικές λέξεις δεν υπάρχουν, μονάχα τρεις έρημες κι ορφανές κι εσύ, επειδή έγινες μάνα, τις καταλαβαίνεις.

Α, έτσι είναι...
Αυτό το συναίσθημα, το απέραντο, το δεν υπάρχουν λόγια για εσέ συναίσθημά μου.


Μήνας Απρίλιος, πάντοτε, αγαπημένος μήνας, γενέθλιος. Σε ευχαριστώ Θεέ μου για αυτά τα Τριάντα & δύο.

"Δεν έχω τίποτ’ άλλο, είμαι μια φωνή, είμαι δυο χέρια αδειανά που σε τυλίγουν, μα σ’ αγαπώ και κοίτα, ανοίγουν οι ουρανοί, οι ουρανοί που τόσο δύσκολα ανοίγουν".

 Μουσική επιλογή: Μαρινέλα  & Κώστας Χατζής ~ Σ' αγαπώ