Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 12, 2008

Φιλί.!

Στάσου...

Πριν φύγεις, θέλω να σου πω. Όσα δεν πρόλαβα. Θέλω να με ξέρεις. Όλα όσα είμαι, όχι μόνο όσα σε άφησα να δεις, ούτε μόνο αυτά που σε άφησα να καταλάβεις ή έστω να μαντέψεις.

Οι εφιάλτες μου...

Το βράδυ που κοιμάμαι -έρχεται. Και με παίρνει. Δεν με αφήνει. Και ξεστομίζω προσευχές. Για να με αφήσει. Μάταια. Με πνίγει. Με καίει. Ό,τι θέλει με κάνει. Βλέπω το φως. Αισθάνομαι τον πάγο. Τον νιώθω όταν με κρατάει στον αέρα. Όταν βάζει το χέρι του στο στόμα μου. Όταν τεντώνει τα νεύρα από το κεφάλι και το λαιμό μου. Το ξέρω πως έχω μπει πλέον στην άλλη διάσταση. Πως δεν κοιμάμαι πια. Πως ζω. Εκεί που θέλει κάθε φορά να με πάει. 

Η ψευδαίσθηση...

Πως έχω ξυπνήσει. Πως έχω ξεφύγει από την άλλη πραγματικότητα. Πως έχω ανοίξει τα μάτια. Πως βλέπω την κάθε μου κίνηση. Ότι σηκώνομαι από το κρεβάτι μου. Ότι τεντώνω τα πόδια μου. Πως ανοίγω τη λάμπα. Το βλέπω αυτό. Με τυφλώνει. Πως τρέχω. Να φτάσω σε κάποιον. Να τον ξυπνήσω. Να του πω ότι πάλι ήρθε απόψε. Και με πήρε. Μα δεν το κάνω ποτέ. Ποτέ δεν ξυπνώ κανένα. Μόνη μου το αντιμετωπίζω. 

Η συνέχεια...

Τίποτα. Αρχίζει πάλι. Γιατί δεν έχω ξυπνήσει. Με αφήνει να το πιστεύω για λίγο μόνο. Αυτό γίνεται ξανά και ξανά. Με αρπάζει και με αφήνει. Να νομίζω πως ξυπνάω και μετά να συνειδητοποιώ πως ακόμη με έχει εκεί. Στην άλλη ζωή. Μαζί του. Πάλι και πάλι, ξανά και πάλι. Αυτό συμβαίνει. Μέχρι που... 

Ξυπνάω στα αλήθεια. Αλλά αυτή τη φορά δεν το πιστεύω. Νομίζω πως πάλι με κοροϊδεύει. Πίστεψέ το. Είναι δύο διαστάσεις. Είναι και οι δύο αληθινές. Και δεν ξέρω πότε πραγματικά έχει αποφασίσει να με αφήσει στην μία ή στην άλλη. Και πάντα έρχεται και μου αλλάζει τις ζωές όταν κοιμάμαι. Αφού με αφήσει εδώ...

Η καρδιά μου χτυπάει ανεξέλεγκτα. Έχεις νιώσει να πονάς από τους χτύπους της; Να εύχεσαι να σταματήσουν να χτυπάνε για να μην πονάς; Τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Δεν τολμάω να τα ξανακλείσω. Κι ας τα νιώθω βαριά από την νύστα. Μην έρθει και με πάρει πάλι. Γιατί συμβαίνει κι αυτό. Φαίνεται το μετανιώνει και ξαναέρχεται. Και πάλι τα ίδια από την αρχή. Δεν είναι απλά ένα κακό όνειρο. Κατάλαβέ το! 

Όχι μη...

Μη με σφίγγεις στην αγκαλιά σου. Αυτήν την αγκαλιά που λατρεύω. Δεν θέλω να με λυπάσαι. Να με πιστεύεις θέλω. Και να με αφουγκράζεσαι καθώς κοιμάμαι θέλω. Έτσι όπως τόσο ωραία με προσέχεις όταν είμαι ξύπνια, δίπλα σου. 

Να νιώθεις τις ανάσες μου. Να αντιλαμβάνεσαι τους σπασμούς μου. Και να ξέρεις πως αλλάζω πλευρό τακτικά. Τεντώνω τα χέρια μου. Τυλίγομαι σαν κουβάρι. Όλα όσα ξέρεις, αυτά να προσέχεις. Τίποτα δεν σου ζητώ παραπάνω. Όλα όσα ξέρεις. Όλα όσα θέλησες να μάθεις. Γιατί όταν παύω να υπάρχω, όταν μένω ακίνητη, δεν είμαι μαζί σου. Με έχει πάρει μαζί του. Ξύπνησέ με τότε. Ελαφριά. Μη με τρομάξεις. Δεν κάνει. Άγγιξε με τρυφερά, έτσι όπως με αγγίζεις πάντα. Και δως μου το Φιλί.!
 
Εκείνο το φιλί που είναι δικό μας μονάχα. Το φιλί που πάντα γράφεται με .τελεία και θαυμαστικό.. Πάντα έτσι γράφεται. Που πάντα μου το δίνεις στα χείλη με τελεία και θαυμαστικό.. Πάντα έτσι μου το δίνεις. Ποιός είπε ότι ο ερωτικός λόγος δεν έχει σημεία στίξεως; Κανείς. Αλλά ποιός ξέρει ότι ο έρωτάς σου έχει σημάδια του ερωτικού λόγου; Μόνο εγώ. 

Πόσα κεφαλαία γράμματα και πόσα μικρά. Και ακόμη πιο μικρά από τα μικρά, και πιο ΚΕΦΑΛΑΙΑ από τα ΚΕΦΑΛΑΙΑ. Και πόσα ,,,,,κόμματα,,,,,. Θεέ μου, μας αρέσουν τόσο τα ,,,,,κόμματα,,,,,. Και οι προτάσεις μας γίνονται τόσο μεγάλες, που χάνεσαι. Βυθίζεσαι μέσα τους και στυφογυρνάς για να με μπερδέψεις με την γλύκα σου. Κι ύστερα βάζουμε και (παρενθέσεις) κι έπειτα ((παρενθέσεις μέσα στις παρενθέσεις)). Να μην αναφέρω και τις [αγκύλες] κι ύστερα τις [[αγκύλες μέσα στις αγκύλες]]

Αυτά όμως που μας αρέσουν πιο πολύ είναι τα .....αποσιωποιητικά..... Τα λατρεύουμε. Γιατί πώς αλλιώς θα μου πεις και θα σου πω το σ'αγαπώ; Όταν δεν σε ακούω και δε με ακούς, πώς; Έτσι όπως αφουγκραζόμαστε τα σημεία στίξεως του ερωτικού λόγου, που τα νιώθουμε τόσο κραυγαλέα κι ας είναι τόσο υπόκωφα. Όταν δεν σε βλέπω και δεν με βλέπεις, πώς; Έτσι όπως είμαστε προσηλωμένοι στις λέξεις μας, να τις δώσουμε όμορφο σχήμα και να τις πλάσουμε προσεχτικά. Κι είναι φορές που ολόκληρη η πρόταση -και η δική μου και η δική σου- παίρνει απο μόνη της τη μορφή του σ'αγαπώ. Ξέρεις πότε; Και τότε δεν ξεχωρίζεις αν είναι δική μου ή δική σου.
Ξέρεις γιατί;
 

Μα, πώς δεν ξέρεις; Αφού εσύ μου το 'μαθες θυμάσαι; "Δες το κι αλλιώς, ό,τι δικό μου και δικό σου και αντιστρόφως για να είμαι δίκαιος." Και τσακώνομαστε μετά. Σε μαλώνω, που μου δίνεις και μου δίνεις... 

Στ' αλήθεια, ξέρεις γιατί σε μαλώνω; Νιώθω πως δεν μου 'μεινε τίποτα να σου χαρίσω. Εσύ τα έχεις όλα από τα πριν. Και τα χαρίζεις σ' εμένα. Εγώ τί να σου χαρίσω μετά; Τί; Από τα δικά σου; Και με στολίζεις με λουλούδια και με πίνακες και σε μαλώνω ξανά. Και με μαλώνεις κι εσύ. "Εγώ βρε δεν τους χρησιμοποιώ... αλλά τι εγώ;... τι εσύ;... το ίδιο είναι... δες το κι έτσι..." Αχ, αυτά τα λόγια σου! 

Πόσα θέλεις να μου μάθεις. Μα, κι εγώ πόσο θέλω να σε ακούω. Να σε ακούω και να σε ακούω... την χροιά της φωνής σου, που μου αρέσει να απολαμβάνω, ακόμη κι όταν μιλάς στους συνεργάτες σου. 

Νύσταξα... 

Θα ξαπλώσω. Θα κλείσω τα μάτια μου. Τώρα δεν φοβάμαι. Αφήνομαι στην αγκαλιά σου. Το χέρι σου περασμένο κάτω από το λαιμό μου. Ακουμπάει πλάι στο δικό μου. Τα δάχτυλα μας πλεγμένα. Κι αν δεν με νιώσεις, ξύπνα με. Αγάπη μου, πες μου, δεν θα με αφήσεις ακίνητη, δεν θα με αφήσεις παγωμένη δίπλα σου. Θα μου δώσεις το Φιλί.! 

Τώρα ξέρεις όλα όσα δε πρόλαβα σήμερα να σου πω. Τα άλλα θα σου τα πω αύριο. Πάλι μαζί θα είμαστε... κι ας μην είμαστε... Το ξέρουμε και οι δυο καλά τώρα πια...

 
Άσε με να δω το πρόσωπό σου...
Συγνώμη... 

Έχω λύσει τα μαλλιά μου...
και το άσπρο μου νυχτικό δεν είναι από δαντέλα...