Η γυναίκα στα λευκά, επέστρεφε από την ψυχιατρική κλινική κρατώντας στο χέρι μια κόκκινη παπαρούνα. Κάθε Κυριακή, ήταν πλέον καθιερωμένο για 'κείνη να επισκέπτεται τη μητέρα της, κατά τις προβλεπόμενες απογευματινές ώρες.
Μια εξαντλητική ρουτίνα πολλών ετών, που όμως τον τελευταίο χρόνο απέκτησε κάποιο ενδιαφέρον και ίσως λίγη δόση περιέργειας. Επρόκειτο, για την συντροφιά μιας καινούριας κοπέλας, μιας ασθενούς διαφορετικής από όλους τους άλλους εκεί μέσα. Μιας κοπέλας που τα μελιά της μάτια έκαναν το βλέμμα ζωηρό, για να ταιριάξει απόλυτα με τα ατίθασα μπουκλωτά μαλλιά της. Με μια μυτούλα γαλλική, και το δέρμα της, ω... πόσο ζήλευε το δέρμα της, πάλλευκο και δροσερό.
Σήμερα, η γυναίκα στα λευκά, έφτασε μισή ώρα αργότερα απ' ότι συνήθως. «Γιατί άργησες κόρη μου», άκουσε τη μάνα της να ρωτάει. «Είπα να φτιαχτώ λιγάκι μην τύχει κι ανταμώσω την κοπέλα», αποκρίθηκε.
«Ποια κοπέλα κόρη μου», ρώτησε δήθεν αδιάφορα.
«Την κοπέλα...» σκέφτηκε για λίγο, μα δεν ήξερε το όνομά της, και συνέχισε βιαστικά, να τελειώσει τη φράση της, πριν γίνει αισθητή η παύση. «Την κοπέλα με το καναρινί φόρεμα». Η μάνα σούφρωσε τα χείλια σκεπτική, μα δεν είπε τίποτα.
«Κατάλαβες τώρα για ποια κοπέλα σου μιλάω; Κα-τά-λα-βες...»; Και πρόφερε τη λέξη αργά και καθαρά με λίγη τρυφεράδα.
«Δεν έχω προσέξει την κοπέλα που μου λες» , απάντησε η μάνα.
Μα πώς; Πώς δεν την είχε δει; Είχε περάσει ένας χρόνος τώρα. Πώς ήταν δυνατόν να ξέχασε, αφού μόλις την προηγούμενη Κυριακή μιλούσαν οι τρεις τους στον κήπο της κλινικής. Τα 'χει σαλεμένα, κι εγώ την ζαλίζω άδικα, αναλογίστηκε. «Καλά μάνα…», είπε και η συζήτηση πήγε αλλού.
Περίμενε στη στάση για το λεωφορείο, κι έτσι όπως περίμενε -λέω για τη γυναίκα στα λευκά- χάθηκε μες το κόκκινο της παπαρούνας. Τελικά, εκείνο το απόγευμα αντάμωσαν πάλι με την κοπέλα -λέω για την κοπέλα με το καναρινί φόρεμα. Μίλησαν. Για την ακρίβεια, η κοπέλα της μιλούσε. Της διηγήθηκε μια ιστορία από τα παιδικά της χρόνια.
Ήταν μικρό κορίτσι, στην δευτέρα τάξη του δημοτικού, όταν κατέφτασε στο σχολείο τους μια τάξη Σερβόπουλα με τη δασκάλα τους. Ήταν άνοιξη και η παιδική χαρά του σχολείου είχε γεμίσει από παπαρούνες. Ένας τόπος που νόμιζες ότι είχε πιάσει φωτιά από παπαρούνες.
Η Σέρβα δασκάλα -θυμόταν- ήτανε όμορφη. Την λάτρεψε. Με ξανθά κοντά μαλλιά και μακριά νύχια. "Μανικιούρια", είχε ακούσει να τα αποκαλούν συνωμοτικά οι άλλες δασκάλες του σχολείου, μ' ένα φανερό ύφος χλευασμού στην χροιά της φωνής τους. Τόσο φανερό, που ακόμη κι ένα εφτάχρονο κορίτσι μπορούσε να το αντιληφθεί, και τόσο συνωμοτικό, που όλες τους, αν τολμούσαν να το παραδεχτούν τα ίδια νύχια θα ήθελαν να έχουν. Κάτι μανικιούρια, λοιπόν, μεγάλα και κόκκινα. Κατακόκκινα.
Η Σέρβα δασκάλα -θυμόταν- ήτανε όμορφη. Την λάτρεψε. Με ξανθά κοντά μαλλιά και μακριά νύχια. "Μανικιούρια", είχε ακούσει να τα αποκαλούν συνωμοτικά οι άλλες δασκάλες του σχολείου, μ' ένα φανερό ύφος χλευασμού στην χροιά της φωνής τους. Τόσο φανερό, που ακόμη κι ένα εφτάχρονο κορίτσι μπορούσε να το αντιληφθεί, και τόσο συνωμοτικό, που όλες τους, αν τολμούσαν να το παραδεχτούν τα ίδια νύχια θα ήθελαν να έχουν. Κάτι μανικιούρια, λοιπόν, μεγάλα και κόκκινα. Κατακόκκινα.
Κοριτσάκι τότε, στ' αλήθεια, την είχε λατρέψει, την όμορφη σέρβα δασκάλα. Κάθε μεσημέρι, πριν σχολάσουν έκοβε μια παπαρούνα από την αυλή του σχολείου και την χάριζε σε 'κείνη. Τότε, η δασκάλα, ακουμπούσε με τα απαλά της χέρια, τα μωρουδένια μάγουλα του κοριτσιού, τις έλεγε δυο λέξεις αλλόκοτες κι έπειτα την φιλούσε. Δυο λέξεις μόνο. Και πάντα αλλόκοτες. «Δεν ξέρω τι σήμαιναν αυτές οι λέξεις», είπε η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα.
«Εγώ, πάντως, καταλάβαινα 'γλυκιά μου' . Έτσι άκουγαν τα παιδικά αυτιά μου. Ένα 'γλυκιά μου', κι έπειτα ένα φιλί στο μάγουλο».
Η φωνή του οδηγού διέλυσε τις σκέψεις της. «Φτάσαμε στο τέρμα, κυρία...», κι ύστερα πιο επιτακτικά, «εδώ είναι το τέρμα». Κι η παπαρούνα, έτσι όπως γυρόφερνε στα δάχτυλά της, είχε προλάβει να στάξει μία κηλίδα άσπρου υγρού, σα γάλα. Συνειρμικά έβαλε το δάχτυλο στο στόμα –στυφή γεύση. Σηκώθηκε αργά, έριξε μια άδεια ματιά στον οδηγό που περίμενε αγανακτισμένος, και κατέβηκε ανασαίνοντας βαθειά, μαζεύοντας περίσσιο αέρα στα πνευμόνια της. Ξεφύσησε, αποδοκιμαστικά, που δυο άνθρωποι όταν μιλάνε την ίδια γλώσσα, άλλη γλώσσα μιλάνε. Τι τα θες... τι τα γυρεύεις... Κι εκείνοι που 'χουν λαλιά διαφορετική, την ίδια λαλιά έχουν. Ξεφύσησε πάλι, κι ήταν σα να βλαστημά.
Η ανάσα της, άρχισε πια να παίρνει τον κανονικό της ρυθμό, σα θυμήθηκε τα λόγια της κοπέλας. «Όταν σε είδα για πρώτη φορά μου θύμησες τη Σέρβα δασκάλα -κι ας μην της μοιάζεις διόλου. Και σε λάτρεψα. Πάρε... σου φύλαξα την τελευταία παπαρούνα της άνοιξης. Καλό καλοκαίρι».
Η γυναίκα στα λευκά -αργά πια- είχε ήδη φτάσει στο σπίτι της. Άνοιξε το παράθυρο και βγήκε στη βεραντούλα. Μια γλυκιά μελαγχολία απόψε. Ένα όμορφο συναίσθημα γαλήνης. Μια ισορροπία ψυχική. Σιωπή... νύχτωσε... Μόνο ’κανα δυο περαστικοί κι ίσως κανένα αυτοκίνητο. Όμορφο βραδάκι, καλοκαιρινό. «Ενίοτε αργούν να ’ρθουν τα καλοκαίρια που μου τάζεις...» , θυμήθηκε το γράμμα της Υακίνθης. Αλλά το καλοκαίρι έφτασε κι έφερε μαζί του κι ένα καναρίνι κλεισμένο στο κλουβί του. Πήγε στο εικονοστάσι, άφησε δίπλα στο καντήλι αυτό το κόκκινο που κρατούσε από ώρα στα χέρια της κι έπεσε για ύπνο.
«Αθώα παπαρούνα», ψέλλισε...
Μουσική επιλογή: Ευανθία Ρεμπούτσικα ~ Το αστέρι κι η ευχή
Είπα με το μεσημεριανό μου διάλυμα να περάσω να δω, τι θλημένη ομορφιά ανάρτησες. Πόση αξία αλήθεια έχει μια τελευταία παπαρούνα της άνοιξης; Και όμως είναι ένα τρόπαιο για ήρωες. Φαίνεται να ξέρεις και ‘συ το συναίσθημα της αναμονής του δηλωμένου αναπάντεχου… "Φτάσαμε στο τέρμα, κυρία..., εδώ είναι το τέρμα". Όπως και ¨το καλοκαίρι έφτασε κι έφερε μαζί του κι ένα καναρίνι κλεισμένο στο κλουβί του¨. Θα σου λιώσω προσεχτικά τα κάγκελα με ζεστασιά να ελευθερωθείς. Όσο για την παπαρούνα από την ώρα που αποκόπηκε από την γη, φύτρωσε σε ένα άλλο παραδεισένιο κόσμο. Η κοπέλα με το άσπρο φόρεμα αυτό το ξέρει καλά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο διάβασα όλο και μου άρεσε! Όλο ανθρώπινα μηνύματα. Καλό υπόλοιπο της μέρας.
Και μην ξεχνάς, ότι μπορεί οι εποχές να είναι κάθε φορά διαφορετικές αλλά κάνουν τον ίδιο κύκλο. Και θα έρθει καιρός που θα γίνουν όλες μια… Όπως ακριβώς και τα φορέματα σου κάθε φορά που πλένονται το χρώμα τους αλλάζει, αλλά η κλωστή που είναι φτιαγμένα έχει το ίδιο κυρίως χρώμα.
Ένα ταξίδι από το καναρινί στο άσπρο…Ίσως το ενδιάμεσο ταξίδι αυτό να είναι η αθώα παπαρούνα.
Διάβασα και τα τρία κείμενά σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μόνο που μπορώ να πω...μαγεύτηκα!
Αφέθηκα να θαυμάζω τις λέξεις μια προς μία!Μετά τις προτάσεις που σχημάτιζαν. Στο τέλος στο μυαλό μου δημιουργήθηκαν εικόνες...κάτι σαν ένας πίνακας,μια τοιχογραφία καλύτερα!Γεμάτη παραστάσεις μιας περασμένης εποχής.Τα μόνα έντονα χρώματα που είχε αυτός ο πίνακας ήταν το κόκκινο και το καναρινί!
Καλώς όρισες στη blogoσφαιρα που τώρα με την παρουσία σου θα γίνει πιο όμορφη!
Θα σε επισκέπτομαι!
Μια γλυκιά μελαγχολία,
ΑπάντησηΔιαγραφήαυτό νιώθω τώρα που τέλειωσε το κείμενο σου.
"Αθώα παπαρούνα"...
Καλέ μου σιδερά, σ'ευχαριστώ που πέρασες κι εύχομαι να περνάς από εδώ στα διαλείμματά σου.Που να φανταζόταν το καναρίνι μου ότι μια μέρα ένας σιδεράς θα του έλιωνε προσεχτικά τα κάγκελα για να ελευθερωθεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμως, επέτρεψε μου να μην σου πω ακόμα ποιος συσχετισμός υπάρχει ανάμεσα στην κοπέλα με το καναρινί φόρεμα και στην γυναίκα στα λευκά. Ωραία τα σχόλια σου, δεν θα σου τα επιβεβαιώσω , μα δεν θα σου τα απορρίψω κιόλας.
Αφού, αυτός είναι ο στόχος μου, να μπουν όλοι οι φίλοι της μπλογκοπαρέας και μη στην ιστορία μου και να ακολουθήσουν τον Μίτο της Αριάδνης.
Ποτέ δεν ξέρεις πως μπορεί να εξελιχθεί μια ιστορία, είτε είναι αληθινή, είτε ψεύτικη. Άλλωστε, ποιος μπορεί να κρίνει και να διακρίνει την αλήθεια και το ψέμα όταν πρόκειται για συναισθήματα; Και μάλιστα όταν αυτά τα συναισθήματα γίνονται σημάδια και τυπώνονται στο χαρτί και γίνονται αναστεναγμοί που με τη σειρά τους γίνοντα ήχοι. ΄Αλλο που δεν ακούτε ακόμη μουσική από εμένα. Φαίνεται δεν αναστέναξα ακόμη κι αυτό είναι καλό!
Σου στέλνω παπαρούνες!
Ανασαιμιά μου, σ'ευχαριστώ που ήρθες. Χαίρομαι που το παρομοίασες με πίνακα, με μια τοιχογραφία. Αλλά όπως είδα κι εσένα ένα όμορφο και έντονο κίτρινο χρωματίζει τις λέξεις και τις σελίδες σου. Και το "καλοκαίρι" που ακούγεται από τον Σαβ/λο, με μεταφέρει αλλού, στο Ναύπλιο, δεν ξέρω γιατί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα μου έρχεσαι!
Παπαρούνες και για σένα!
Καλή μου Αναστασία, έχεις το όνομα μιας φίλης που αγάπησα πολύ. [Για λίγους ανθρώπους χρησιμοποιείς τη λέξη 'αγαπώ', πόσο μάλλον αν βάλεις το 'πολύ' δίπλα, καταλαβαίνεις τι θέλω να πω] Νατάσα την λέγανε , αλλά εγώ την φώναζα Αναστασία. Αλλά ξέρεις... έτσι όπως τα φέρνει καμιά φορά -όχι η ζωή- ψέματα, εμείς οι άνθρωποι φταίμε, χαθήκαμε... και κάθε φορά που βλέπω το όνομά σου έτσι ολόκληρο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣου στέλνω μια κατακκόκινη παπαρούνα, είναι λιγάκι κόκκινη παραπάνω, μιας κι έχει στάξει μια στάλα αίμα της καρδιάς για το όνομά σου.
Πόσο λευκό μπορεί να κρύβει η φωτιά! Υπέροχο κείμενο, καλώς βρεθήκαμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή μου baby lemonade,
ΑπάντησηΔιαγραφήκι αυτό το lemonade μου αρέσει πολύ, πάρα πολυ!
[Βλέπεις τον τελευταίο καιρό έχω μια τάση προς τις ξινές γεύσεις κι αυτό το lemonade με έκανε να φάω μόλις τώρα ένα λέμονι, ναι σοβαρολογώ με λίγο αλάτι, πραγματικά το απόλαυσα, μη σου πω ότι αύριο σκέφτομαι να φτιάξω σπιτική λεμονάδα! Θα μου πεις γιατί δεν αγοράζεις; Αχ... η σπιτική λεμονάδα έχει άαααλλη γεύση...!]
Καλώς σε βρήκα και μια κόκκινη παπρούνα!
Στη γειτονιά των γιασεμιών.. τι να σαλέψει.. μια κόκκινη παπαρούνα.. κόκκινη.. σαν αίμα.. κόκκινη.. σαν τον μικρό φτερωτό θεό.. κόκκινη..
ΑπάντησηΔιαγραφήΟνειροφερμένε μου, μόλις γύρισα από τη δική σου γειτονιά των ονείρων, αυτό το "Είμαι εδώ για 'σένα" σου το είπα ξανά μου άρεσε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς ήρθες!
Χαίρομαι που είχα την ευκαιρία να το διαβάσω αυτό ...
ΑπάντησηΔιαγραφήmorpheus μου, κι εγώ χαίρομαι που πέρασες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς σε βρήκα!
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήBρέχει απόψε και η κουρασμένη σκέψη μου τρέχει στην τελευταία παπαρούνα της άνοιξης,στην κοπέλα με το καναρινί φόρεμα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗρθα να κεραστώ:))
Καλό σου βράδυ κοπελιά.
Καλό μου δρομάκι, να έτσι σε φαντάζομαι, με τα στενά σου τα σοκάκια τα πέτρινα, ανάμεσα σε καλντερίμια και κήπους μυρωδάτους, με μουσικές εξαίσιες και βήματα χιλιοπατημένα, με γέλια παιδικά να σκάνε στο βάδισμά σου και μπαστουνάκια γέρικα να χάνονται στο πέρασμά σου... Καλώς μου ήρθες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤόσες παπαρούνες για σένα όσες και τα γλυκά δρομάκια σου!
τι ομορφο μπλογκ! αναδυει .. ευαισθησια και ρομαντισμο! να σαι καλα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή μου roadartist, σ'ευχαριστώ για τα όμορφά σου λόγια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς μου ήρθες!
Υ.Γ.Κι ας μου φύγανε οι πάπαρούνες σίγουρα κάπου θα βρω μία και για 'σένα!
Καλημέρα !
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα ήθελα και από την πλευρά μου να σου δώσω τα συγχαρητήρια μου για το υπέροχο και πολύ προσεγμένο blog σου.
Συγχαρητήρια και πάλι,
Λάμπρος
Λάμπρος,
ΑπάντησηΔιαγραφήΊντα μου κάνεις μάθια μου; Καλώς ήρθες επαέ! Πολύ-πολύ χαίρομαι που ήρθες σύντεκνε από τα μέρη μου και σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.