Πήρε το γιο τους και πήγανε στο Δουκάτο του. Ήταν βέβαιο πως κάποτε θα ερχόταν αυτή η μέρα. Πάνε κοντά έξι χρόνια. Τη ρώτησε για τέταρτη εάν όχι πέμπτη φορά εάν θα πήγαινε μαζί τους, η απάντηση παρέμεινε αρνητική. Φεύγοντας υποσχέθηκε στο μωρό τους πως όταν μεγαλώσει θα τον έπαιρνε μαζί. Το μωρό τους που χρόνισε πια κι ήταν ακόμη "το μωρό". Την ώρα που το είπε ήταν σαν να συνέβη ένα fast forward στη στιγμή που τους έβλεπε και τους τρεις να φεύγουν κι εκείνη πίσω να κλείνει την πόρτα. Φίλησε τον μικρό κι ύστερα έψαχνε τα χείλη της. Επανήλθε. Το μωρό κατάλαβε. Το μωρό φώναζε μα-μάαα, μα- μάαα, σαν να έλεγε Εεε πού πάτε ρε 'σεις!
Θα λείψουν για λίγες ημέρες, τόσες ώστε να φέρει το σπίτι βόλτα κι όταν ξανάρθουν θα είναι σα να μη μπήκε σειρά ποτέ. Θα τη ρωτήσει για τις ημέρες μακρυά τους. Ξέρει πως δε θα ήθελε να ακούσει κάτι που θα μπορούσε να φανταστεί με ευκολία. Τι να του πει; Για τον αιώνιο εραστή του καλοκαιριού; Αφού δε ήταν fan της κοπέλας με το καναρινί φόρεμα. Κι εκείνη δεν ήταν άλλη από αυτή.
Θα γυρίσει και θα θέλει έρωτα. Όπως οι εραστές.
Μουσική επιλογή: Γιάννης Αγγελάκας - Νίκος Βελιώτης ~ Όπως ξυπνούν οι εραστές