Σάββατο, Ιανουαρίου 24, 2009
Σάββατο, Ιανουαρίου 10, 2009
Φόρεμα λευκό σε μαύρο φόντο...
Κάπως έτσι, καθισμένη σε μια μονή θέση ενός γεμάτου τρένου, η ώρα της επιστροφής. "Όσα θα έλεγε η σκιά μου...", αυτό μου ζήτησαν να γράψω. Κι αναρωτιέμαι, τάχα πώς "λέει" μια σκιά; Άραγε, ψιθυρίζει ή ουρλιάζει; Κι ύστερα για ποια σκιά μου απ' όλες με ρωτούν; Είναι κι αυτά τα στρέμματα που με μπερδεύουν. Βαμβάκι; Είναι το χιόνι. Τριγυρίζει το μυαλό μου, μπλέκεται μες τα κλαδιά των δένδρων, γραπώνονται δυο-τρεις σκέψεις κι ύστερα, ξεκινώ πάλι από την αρχή. "Η γυναίκα και η σκιά...", τι να πω;
Τ' απέραντα θερμοκήπια ατενίζει η σκέψη,για άλλη μια φορά, κι ασφυκτιά, μες το ξένο νάιλον σκέπασμα. Να μαντέψει προσπαθεί, αυτό που φθονερά καλλιεργείται εδώ, και συνειρμικά, θυμώνω, με το δικό μου ακαλλιέργητο μυαλό, που ψάχνει αφορμές να δραπετεύσει από το θέμα.
Τώρα η σκέψη μου ξεφράζει το φουγάρο ενός σπιτιού. Ένα από αυτά τα τοσοδούλια, τα πέτρινα. Αυτά που βρίσκονται ένα εδώ κι ένα εκεί, στη μέση του πουθενά, με διέξοδο πάντοτε δυο ράγες. Οσμίζομαι την καπνιά. Η σκέψη πέφτει πάνω στη μισοσβησμένη θράκα -απομεινάρια μιας κρύας νύχτας. Κατακόρυφη προσγείωση, αναπόφευκτες οι γάνες. Βυθίζω τις άκρες των δαχτύλων στις στάχτες και παρατείνω τούτη την αίσθηση. Σε λίγο θα βάψω τα βλέφαρα με αυτό το χρώμα το σταχτί. "Η σκιά" στα μάτια, λοιπόν.
Μα κι αν τρυπώνω από καμινάδα, φεύγω πάντοτε από πόρτα. Άλλοτε, μου την ανοίγουν κιόλας, χωρίς να περιμένω το "να μας ξανάρθεις". Καταπώς κατάλαβες, άλλοτε επιταγή, μα κι άλλοτε επιλογή. Ωστόσο, η πόρτα μου αρκεί.
Ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα της ιδιαίτερής μου Κόκκινης Ομπρέλας την ευχαριστώ για την πρόσκλησή της, μοιραζόμενη μαζί της τούτη την πορεία.
Στιγμές από το δικό μου Περτούλι, με την ελπίδα, κάποτε τα χνάρια μου, να χιονιστούν από το δικό της Κεχρόκαμπο.
Με τη σειρά μου, αφήνω την πρόσκληση ανοιχτή στον καθένα σας!
υ.γ. Ίσως, κι εδώ, από μια καμινάδα να ξετρύπωσα. Τότε είχε ήλιο και καλοκαιριά και φόρεσα το καναρινί μου. Τώρα θα βαδίσω με φόρεμα λευκό, να μην ξεχωρίζω του χιονιού. Και πριν προλάβετε να νοιαστείτε, σας λέω πως η πόρτα δεν αναγράφει "έξοδος κινδύνου".
Για όσο...
Μέχρι να ακουστεί ξανά ο στριγκός ηχός που κάνουν τα κλειδιά σαν κουδουνίζουν.
Τ' απέραντα θερμοκήπια ατενίζει η σκέψη,για άλλη μια φορά, κι ασφυκτιά, μες το ξένο νάιλον σκέπασμα. Να μαντέψει προσπαθεί, αυτό που φθονερά καλλιεργείται εδώ, και συνειρμικά, θυμώνω, με το δικό μου ακαλλιέργητο μυαλό, που ψάχνει αφορμές να δραπετεύσει από το θέμα.
Τώρα η σκέψη μου ξεφράζει το φουγάρο ενός σπιτιού. Ένα από αυτά τα τοσοδούλια, τα πέτρινα. Αυτά που βρίσκονται ένα εδώ κι ένα εκεί, στη μέση του πουθενά, με διέξοδο πάντοτε δυο ράγες. Οσμίζομαι την καπνιά. Η σκέψη πέφτει πάνω στη μισοσβησμένη θράκα -απομεινάρια μιας κρύας νύχτας. Κατακόρυφη προσγείωση, αναπόφευκτες οι γάνες. Βυθίζω τις άκρες των δαχτύλων στις στάχτες και παρατείνω τούτη την αίσθηση. Σε λίγο θα βάψω τα βλέφαρα με αυτό το χρώμα το σταχτί. "Η σκιά" στα μάτια, λοιπόν.
Μα κι αν τρυπώνω από καμινάδα, φεύγω πάντοτε από πόρτα. Άλλοτε, μου την ανοίγουν κιόλας, χωρίς να περιμένω το "να μας ξανάρθεις". Καταπώς κατάλαβες, άλλοτε επιταγή, μα κι άλλοτε επιλογή. Ωστόσο, η πόρτα μου αρκεί.
Ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα της ιδιαίτερής μου Κόκκινης Ομπρέλας την ευχαριστώ για την πρόσκλησή της, μοιραζόμενη μαζί της τούτη την πορεία.
Στιγμές από το δικό μου Περτούλι, με την ελπίδα, κάποτε τα χνάρια μου, να χιονιστούν από το δικό της Κεχρόκαμπο.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)